



Το Maison Louis Latour είναι ένα οικογενειακό οινοποιείο που ιδρύθηκε το 1797 στη Βουργουνδία της Γαλλίας. Η οικογένεια Latour ασχολείται με την αμπελουργία από τον 17ο αιώνα, δημιουργώντας σταδιακά ένα μοναδικό Domaine 50 εκταρίων, από τα ερυθρά Grand Cru Chambertin και Romanée-Saint-Vivant στην Côte de Nuits μέχρι τα λευκά Grand Cru Corton-Charlemagne και Chevalier-Montrachet στην Côte de Beaune. Η εταιρεία ισχυροποιήθηκε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα με αποκορύφωμα την αγορά αυτών των εξαιρετικών περιοχών. Σήμερα, οι αμπελώνες της Louis Latour, αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση αμπελώνων Grand Cru στη Βουργουνδία.
Το 1749, η οικογένεια απέκτησε το Château Corton Grancey, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή Aloxe-Corton. Το 1830, ολοκληρώθηκε η κατασκευή του οινοποιείου Corton Grancey, το πρώτο οινοποιείο στη Γαλλία που σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ειδικά για την παραγωγή κρασιού. Αυτό το οινοποιείο, που εκτείνεται σε πέντε επίπεδα, επιτρέπει τη διαδικασία οινοποίησης να πραγματοποιείται με τη δύναμη της βαρύτητας. Η προσέγγισή τους στην οινοποίηση συνδυάζει παραδοσιακές μεθόδους με σύγχρονες τεχνικές, διασφαλίζοντας την ποιότητα και την αυθεντικότητα των κρασιών τους. Τα ποικίλα και διαφορετικά terroirs της Βουργουνδίας είναι μοναδικά και τα χαρακτηριστικά κάθε αγροτεμαχίου εκφράζονται μέσα από τους οίνους μιας ποικιλίας.
Το Maison Louis Latour παραμένει ανεξάρτητη και οικογενειακή επιχείρηση, διατηρώντας τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειας και διασφαλίζοντας την ποιότητα και την αυθεντικότητα των κρασιών της.

Το Maison Louis Latour είναι ένας από τους πιο καινοτόμους παραγωγούς στη Βουργουνδία, διατηρώντας παράλληλα την παραδοσιακή του εικόνα με στόχο την επέκταση της επιχείρησης. Το1979, η κοιλάδα του ποταμού Ardèche με τα αργιλικά και ασβεστολιθικά εδάφη της επιλέχθηκε ως η ιδανική τοποθεσία για την παραγωγή ενός κρασιού Chardonnay υψηλής ποιότητας. Το Chardonnay d'Ardèche ωριμάζει σε ανοξείδωτες δεξαμενές για περίπου 10 μήνες. Πρόκειται για ένα φρέσκο και ευκολόπιοτο κρασί. Λαμπερό στην όψη, με ανοιχτό χρυσοκίτρινο χρώμα. Εκφραστικό προφίλ, με νότες λουλουδιών ακακίας και εσπεριδοειδών να πρωταγωνιστούν. Στρογγυλό και ισορροπημένο στο στόμα, με μέτρια οξύτητα και νύξεις εσπεριδοειδών, ανθέων και ζαχαρωμένου λεμονιού να παραμένουν μέχρι την επίγευση.

Το Chardonnay είναι γηγενής ποικιλία σταφυλιών της Βουργουνδίας, η οποία ταιριάζει απόλυτα με το terroir των αμπελώνων της. Φτωχά εδάφη ή ασβεστολιθική άργιλος, τέλεια έκθεση και προσανατολισμός αλλά και εύκρατο κλίμα. Ως αποτέλεσμα, η περιεκτικότητα σε σάκχαρα μπορεί να φτάσει σε υψηλά επίπεδα, διατηρώντας παράλληλα την ισορροπία φρούτων και οξύτητας. Για την παραγωγή του πραγματοποείται παραδοσιακή οινοποίηση σε ανοξείδωτες δεξαμενές, με ελεγχόμενη θερμοκρασία και πλήρη μηλογαλακτική ζύμωση και παραμένει 8 έως 10 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές. Στην όψη λαμπερό, με έντονο άρωμα που αποκαλύπτει νότες από μοσχολέμονο, πορτοκάλι, ροδάκινο, μέλι,τριαντάφυλλο και μπριός. Στον ουρανίσκο είναι πλούσιο και στρογγυλό, προσφέροντας αρώματα από κίτρινο ροδάκινο. Έχει ωραία διάρκεια στον ουρανίσκο και στην επίγευση.

Το Bourgogne Blanc «Cuvée Latour» προέρχεται από μια επιλογή των καλύτερων Chardonnay της Côte Chalonnaise. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα ολοκληρωμένο, απόλυτα αυθεντικό λευκό από τη Βουργουνδία, με τη συνοχή και τη φινέτσα των μεγάλων λευκών Villages. Μετά την κλασσική λευκή οινοποίηση και τη μηλογαλακτική ζύμωση, το κρασί παραμένει σε ανοξείδωτες δεξαμενές για 8-10 μήνες. Χαρακτηρίζεται από ένα γοητευτικό ανοιχτό κίτρινο χρώμα με πράσινες ανταύγειες. Στο άρωμα, οι λουλουδάτες νότες απελευθερώνονται διακριτικά και συνυπάρχουν όμορφα με αρώματα από άγριο θυμάρι και μήλο. Στον ουρανίσκο είναι πλούσιο, αποκαλύπτοντας φρέσκες νότες αμυγδάλου με ωραία ένταση στην επίγευση.

Το χωριό Lugny βρίσκεται σε μεγάλο υψόμετρο, στα νότια της περιοχής Mâcon. Έχει μεγάλη φήμη για τα λευκά κρασιά του, τα οποία έκαναν το Mâcon διάσημο. Τα ασβεστολιθικά εδάφη και το θερμό κλίμα των αμπελώνων, παράγει τα πιο περιζήτητα λευκά κρασιά της περιοχής, ενώ ο αμπελώνας του «Les Genièvres» είναι ένας από τους καλύτερους. Το Maison Louis Latour επιλέγει τα καλύτερα σταφύλια αυτού του χωριού, το οποίο χάρη στο terroir του, ήταν το μοναδικό χωριό που φυτεύτηκε με Chardonnay πριν από 30 χρόνια. Για την παραγωγή του πραγματοποιείται κλασική οινοποίηση και μηλογαλακτική ζύμωση και το κρασί, στη συνέχεια παραμένει για 8-10 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές. Λαμπερό στην όψη, με ανοιχτό κίτρινο χρώμα και εκφραστική μύτη όπου αρώματα μοσχάτου πρωταγωνιστούν και νύξεις από μοσχολέμονο, πορτοκάλι, ροδάκινο, μέλι,τριαντάφυλλο και μπριός να συνυπάρχουν. Στο στόμα είναι πλούσιο και στρογγυλό, με τα αρώματα της μύτης να κυριαρχούν , μέχρι την μακριά του επίγευση.

To Chablis βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Βουργουνδίας και είναι διάσημο για τα λευκά κρασιά του, λόγω του μοναδικού τους χαρακτήρα, που οφείλεται στο ιδιαίτερο terroir των αμπελώνων. Το έδαφος είναι πλούσιο σε ένα ειδικό είδος ασβεστολιθικού μείγματος (Kimmeridgian) που δίνει στα κρασιά μοναδικές γεύσεις. Το Chablis «La Chanfleure» είναι η απόλυτη έκφραση της ποικιλίας Chardonnay στις περίφημες ασβεστολιθικές πλαγιές της περιοχής. Πρόκειται για ένα κρασί, με φρέσκο και ζωηρό χαρακτήρα, που έχει ζυμώσει και παλαίωσει για 8-10 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές. Διαθέτει φωτεινό και ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Στην μύτη κυριαρχούν λουλουδάτες νότες με αρώματα από γιασεμί και αγιόκλημα. Στον ουρανίσκο είναι στρογγυλό και ζωηρό, με υψηλή οξύτητα, αποκαλύπτοντας νότες από αμύγδαλο και λεμόνι. Έχει ωραία διάρκεια στον ουρανίσκο και μακριά επίγευση.

H περιοχή του Chablis, βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της αμπελουργικής Βουργουνδίας, ανάμεσα στην Dijon και το Παρίσι. Παρά την τεράστια έκταση και την παραγωγή της, η περιοχή του Chablis παράγει σήμερα λιγότερο από το 5% της παραγωγής που παρήγαγε πριν από εκατό χρόνια. Οι χαμηλότερες στρεμματικές αποδόσεις και οι βελτιωμένες αμπελουργικές πρακτικές έχουν κατατάξει τα κρασιά της περιοχής, στα δημοφιλέστερα και ποιοτικότερα του κόσμου και αποτελούν άξιο εκφραστή του μοναδικού terroir της περιοχής. Το Maison Louis Latour επιλέγει τμήματα αμπελώνων εντός των ονομασιών Premier Cru, έτσι ώστε η ποιότητα του σταφυλιού να είναι πάντα εγγυημένη. Πρόκειται για ένα κρασί που δεν έχει περάσει από βαρέλι. Η ζύμωση έγινε σε ανοξείδωτες δεξαμενές, όπου και παρέμεινε για 8-10 μήνες. Διαθέτει ανοιχτό κίτρινο χρώμα με πράσινες ανταύγειες. Η μύτη του αποκαλύπτει νότες από άνθη μοσχολέμονου, ενώ στο στόμα είναι στρογγυλό και φρέσκο, με αρώματα εσπεριδοειδών. Αυτό το κρασί προσφέρει μια ωραία ένταση στο τελείωμα.

Το Pouilly-Fuissé είναι το όνομα ενός χωριού στην περιοχή του Mâconnais, στη Βουργουνδία, που παράγει εξαιρετικά κρασιά από την ποικιλία Chardonnay. Οι αμπελώνες που παράγουν αυτό το κρασί είναι μέρος ενός τοπίου που κόβει την ανάσα, όπου τα ασβεστολιθικά και τα βαριά αργιλικά εδάφη συνδυάζονται για να δημιουργήσουν ένα μοναδικό «terroir», που αποτυπώνεται απόλυτα στο κρασί. Η οινοποίησή του γίνεται παραδοσιακά σε ελεγχόμενη θερμοκρασία, ακολουθεί μηλογαλακτική ζύμωση και παραμονή στις ανοιξειδώτες δεξαμενές για 8-10 μήνες. Το αποτέλεσμα είναι ένα κρασί με φρέσκο και ζωντανό χαρακτήρα. Διαθέτει λαμπερό, ανοιχτό κίτρινο χρώμα, με λουλουδάτη μύτη ακακίας και αγιόκληματος. Γεμάτο και στρογγυλό στο στόμα, αποκαλύπτει και πάλι αρώματα αγιόκληματος που συνδέονται με νότες φρέσκου αμυγδάλου. Η επίγευση είναι μακρά και επίμονη.

Από αμπελώνες που βρίσκονται στην πλαγιά του λόφου και με θέα την αρχαία πόλη της Beaune, προέρχεται αυτή η κλασική λευκή Βουργουνδία. Το Beaune Blanc αντιπροσωπεύει μόνο το 5% της συνολικής παραγωγής αυτής της ονομασίας. Το έδαφος σε αυτή την περιοχή αποτελείται από κιμωλία και ασβεστόλιθο που ταιριάζει πολύ στο Chardonnay. Η αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση πραγματοποιούνται σε δρύινα βαρέλια και στη συνέχεια το κρασί παλαιώνει για 8 -10 μήνες, σε βαρέλια, το 10% των οποίων είναι νέα. Τα βαρέλια που χρησιμοποούνται κατασκευάζονται στον Οίκο του Louis Latour. Ένα κρασί με φωτεινό και απαλό κίτρινο χρώμα. Η μύτη του αποκαλύπτει νότες βανίλιας και καβουρδισμένου αμυγδάλου. Στον ουρανίσκο είναι πλούσιο, με τα αρώματα της μύτης να ακολουθούν. Το κρασί έχει ωραία διάρκεια και σχεδόν αλμυρή επίγευση.

Το Meursault, που βρίσκεται νότια του Volnay και του Pommard στην Côte de Beaune, είναι η πιο εκτεταμένη νότια περιοχή παραγωγής λευκών κρασιών, της Côte-d'Or. Η τέλεια νοτιοανατολική έκθεση και το πετρώδες, ιζηματογενές έδαφος, συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην αξιοσημείωτη φινέτσα για την οποία φημίζονται τα τυπικά κρασιά Meursault. Πρόκειται για πλούσια κρασιά, με βελούδινη, μαλακή υφή, που ωριμάζουν νωρίτερα από εκείνα των γειτονικών κοινοτήτων Puligny και Chassagne. Η αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση πραγματοποιούνται σε δρύινα βαρέλια, τα οποία κατασκέυαζονται στο Maison Louis Latour. Λαμπερό στην όψη, διαθέτει ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Η μύτη αναδύει αρώματα λεμονιού, βανίλιας και αγιόκληματος. Γεμάτο στο στόμα, αποκαλύπτει νότες βανίλιας, φρέσκων αμυγδάλων και εσπεριδοειδών. Μακριά επίγευση με ορυκτή αίσθηση.

Το Meursault, που βρίσκεται νότια του Volnay και του Pommard στην Côte de Beaune, είναι η πιο εκτεταμένη νότια περιοχή παραγωγής, λευκών κρασιών της Côte-d'Or. Παραδόξως για μια ονομασία αυτής της ποιότητας, δεν υπάρχει Grand Cru, ωστόσο η υψηλή ποιότητα του 1er Cru το αντισταθμίζει και με το παραπάνω. Οι αμπελώνες που αποτελούν το κτήμα του Château de Blagny, εναι ιδιοκτησία του Maison Louis Latour (μονοπώλιο) και βρίσκονται ψηλά στην πλαγιά του λόφου με θέα το Meursault και το Puligny-Montrachet. Το Château de Blagny είναι το σημαντικότερο κτήμα της κοινότητας. Η αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση λαμβάνουν χώρα σε βαρέλια και το καρσί παραμένει για 8-10 μήνες σε δρύινα βαρέλια, το 35% των οποίων είνια καινούργια. Λαμπερό στην όψη, με γοητευτικό ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Διαθέτει έντονη, εκφραστική μύτη, με καπνιστές, φρυγανισμένες νότες να κυριαρχούν και μια ιδέα δρυός στο υπόστρωμα. Νύξεις φουντουκιού, βανίλιας και λευκού ροδάκινου συμπληρ'ωνουν το αρωματικό προφίλ. Το στόμα είναι γεμάτο και πολύ μακρύ, με νότες φρέσκου αμυγδάλου και μια όμορφη, ρητινώδη επίγευση.

Το Meursault, που βρίσκεται νότια του Volnay και του Pommard στην Côte de Beaune, είναι η πιο εκτεταμένη νότια περιοχή παραγωγής λευκών κρασιών της Côte-d'Or. Η τέλεια νοτιοανατολική έκθεση και τα βραχώδη, πετρώδη εδάφη συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην αξιοσημείωτη φινέτσα για την οποία είναι γνωστά τα κρασιά του Meursault. Ο όρος «Genevrières» προέρχεται από το «genévrier» (άρκευθος), έναν θάμνο με αγκαθωτές βελόνες και πορφυρά μούρα, ο οποίος απολαμβάνει τα ασβεστολιθικά εδάφη της Βουργουνδίας. Πολλοί άρκευθοι αντικαταστάθηκαν από αμπέλια, γι' αυτό και το όνομά του αποτελεί μέρος του ονόματος πολλών αμπελοτεμαχίων. Το Meursault 1er Cru «Genevrières» είναι ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ενός εξαιρετικού Chardonnay από τη Βουργουνδία. Η αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση έχει παραγματοποιηθεί σε δρύινα βαρέλια. Για 8-10 μήνες παρέμεινε το κρασί σε δρύινα βαερέλια, το 50% των οποίων είναι νέα. Διαθέτει λαμπερό και γοητευτικό ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Στη μύτη αναδύονται νότες αμυγδάλου, μαζί με φρυγανισμένες αποχρώσεις και μέλι ακακίας. Στο στόμα πολύσιο, με γεμάτο, στρογγυλό και φρέσκο σώμα. Μακριά, απολαυστική επίγευση με νότες ξηρών καρπών και βανίλιας.

Το Meursault, που βρίσκεται νότια του Volnay και του Pommard στην Côte de Beaune, είναι η πιο εκτεταμένη νότια περιοχή παραγωγής λευκών κρασιών της Côte-d'Or. Παραδόξως, για μια ονομασία αυτής της ποιότητας, δεν υπάρχει Grand Cru, ωστόσο η υψηλή ποιότητα του 1er Cru το αντισταθμίζει με το παραπάνω. Ο αμπελώνας «Charmes» βρίσκεται ακριβώς στα νότια του χωριού και αναγνωρίζεται ως ένα από τα καλύτερα αμπελοτόπια στην ονομασία του Meursault. Το καλά στραγγιζόμενο ορυκτό έδαφος είναι ιδανικό για τον τύπο του Chardonnay που καλλιεργείται εδώ και το κρασί που προκύπτει είναι πλούσιο και αρωματικό με πολύ ώριμα αρώματα ροδάκινου, μήλου και ξηρών καρπών. Θαυμάσιο τελείωμα. Οινοποιείται σε δρύινα βαρέλια και παλαίωνει επίσης σε βαρέλια για 8-10 μήνες, το 50% των οποίων είναι νέα. Το κρασί που προκύπτει διαθέτει λαμπερό ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Στην μύτη αναδύει νότες καβουρδισμένου φουντουκιού και κεριού μέλισσας, ενώ το στόμα είναι γεμάτο και σαγηνευτικό, με φρέσκο φουντούκι και καπνιστές, φρυγανισμένες νότες. Ένα κρασί με υπέροχη αλμυρή επίγευση και εξαιρετική διάρκεια.

Το Puligny-Montrachet, φιλοξενεί μερικά από τα πιο εξαιρετικά Chardonnay στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των διάσημων Montrachet, Chevalier-Montrachet και Bâtard-Montrachet. Έχει έκταση 216 εκτάρια και συνορεύει με το Meursault στα βόρεια και το Chassagne-Montrachet στα νότια. Σύμφωνα με τηνν ιστορία, το χωριό Puligny απέκτησε το όνομά του από το Puliniacus, ένα γαλλορωμαϊκό στρατιωτικό στρατόπεδο. Η λέξη "Montrachet" προστέθηκε τον περασμένο αιώνα, για να τονίσει τη σταθερά εξαιρετική ποιότητα των κρασιών που παράγονται στους αμπελώνες του. Η οινοποιήση πραγματοποιείται σε δρύινα βαρέλια και στη συνέχεια το κρασί παραμένει για 8-10 μήνες σε βαρέλια, το 15% των οποίων είναι καινούργια. Λαμπερό στην όψη, με ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Εκφραστικό και αποκαλυπτικό στην μύτη, με μια πολύ ανθική αίσθηση, όπου οι νότες ακακίας και βανίλιας πρωταγωνιστούν. Το στόμα είναι πλούσιο και στρογγυλό, με αρώματα βανίλιας και καβουρδισμένων αμυγδάλων. Μεγάλη ένταση στο τελείωμα.

Το Puligny-Montrachet, φιλοξενεί μερικά από τα πιο εξαιρετικά Chardonnay στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των διάσημων Montrachet, Chevalier-Montrachet και Bâtard-Montrachet. Ο αμπελώνας του Puligny-Montrachet «Sous les Puits» έχει νοτιοανατολική έκθεση και βρίσκεται στην κορυφή του λόφου Blagny, ακριβώς πάνω από το «La Garenne», κοντά σε μια πηγή, εξ ου και το όνομα «Sous le Puits» («Κάτω από το πηγάδι»). H οινοποίησή του γλινεται σε βαρέλια και το κρασά παλαιώνι για 8-10 μήνες σε δρύινα βαρέλια, το 50% των οποων είναι καινούργια. Τα βαρέλια που χρησιμοποιούνται για τα κρασιά, κατασκευάζονται μέσα στον Οίκο Louis Latour. Χαρακτηρίζεται από λαμπερό, απαλό κίτρινο χρώμα. Πολύπλοκο και εκφραστικό, η μύτη του προσφέρει αρώματα λευκού ροδάκινου και βανίλιας. Στον ουρανίσκο αποκαλύπτονται νότες αμυγδαλόπαστας και μελιού ακακίας. Η γεύση είναι πολύ στρογγυλή και επίμονη, γεμάτη κομψότητα.

Το Puligny-Montrachet, που φιλοξενεί μερικά από τα πιο εξαιρετικά Chardonnay στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του περίφημου Montrachet, συνορεύει με το Meursault στα βόρεια και με το Chassagne-Montrachet στα νότια. Ακριβώς δίπλα στον αμπελώνα «Les Truffières», σχεδόν στην κορυφή του λόφου, τα αμπέλια «Les Chalumeaux» αναπτύσσονται ψηλά σε ασβεστολιθικά και ηφαιστειογενή εδάφη με ιδανική νοτιοανατολική έκθεση, απορροφώντας όσο περισσότερο ηλιακό φως επιτρέπει η ώρα της ημέρας. Οι αμπελώνες αυτοί ανήκαν στην οικογένεια Chalumeau, εξ ου και το όνομά τους. Πραγματοποείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια και το κρασί παραμένει επίσης, σε δρύινα βαρέλια, που κατασκευάζονται στο Maison Louis Latour, το 40% των οποίων είναι καινούργια. Λαμπερό στην όψη, με απαλό κίτρινο χρώμα. Η μύτη του χαρίζει αρώματα αμυγδαλόπαστας και μπριός, σε συνδυασμό με νότες ροδάκινου και διακριτικές νύξεις ξύλου. Πλούσιο στο στόμα και στρογγυλό, με νότες φρέσκου αμυγδάλου, βανίλιας και μια ορυκτή επίγευση, που διαρκεί.

Το Chassagne-Montrachet βρίσκεται νότια του Puligny-Montrachet στην Côte de Beaune και είναι μία από τις μεγαλύτερες ονομασίες λευκών κρασιών της Βουργουνδίας. Παράγει όλες τις ονομασίες από Villge έως Grand Cru. Η λέξη Chassagne προέρχεται είτε από το λατινικό «cassanea» που σημαίνει δρυοδάσος, είτε από το «cassanus» που σημαίνει βελανιδιά. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ο κύριος οικισμός αυτής της κοινότητας ήταν γνωστός ως Chassagne-le-Haut. Ωστόσο, το 1879, όπως και σε άλλα χωριά της Côte d'Or, το χωριό είχε την άδεια να αλλάξει το όνομά του αντικαθιστώντας το le Haut με το όνομα του πιο διάσημου Grand Cru Montrachet. Η ονομασία του χωριού καλύπτει λίγο περισσότερο από το μισό του Chassagne-Montrachet. Για την παραγωγή του, πραγματοποιείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια. Στη συνέχεια το κρασί ωριμάζει επίσης σε δρύινα βαρέλια, κατασκευής του Louis Latour, το 15% των οποίων είναι καινούργια. Λαμπερό, ανοιχτό κίτρινο την όψη. Η μύτη του αποκαλύπτει νότες κίτρινου ροδάκινου και μια διακριτική πινελιά μοσχάτου, ενώ ο πλούσιος και γενναιόδωρος ουρανίσκος αναδεικνύει αρώματα φρέσκου αμυγδάλου, βερίκοκου και μελιού.

Το Chassagne-Montrachet βρίσκεται νότια του Puligny-Montrachet στην Côte de Beaune και είναι μία από τις μεγαλύτερες ονομασίες λευκών κρασιών της Βουργουνδίας. Παράγει όλες τις ονομασίες από Villge έως Grand Cru. Η λέξη Chassagne προέρχεται είτε από το λατινικό «cassanea» που σημαίνει δρυοδάσος, είτε από το «cassanus» που σημαίνει βελανιδιά. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ο κύριος οικισμός αυτής της κοινότητας ήταν γνωστός ως Chassagne-le-Haut. Ωστόσο, το 1879, όπως και σε άλλα χωριά της Côte d'Or, το χωριό είχε την άδεια να αλλάξει το όνομά του αντικαθιστώντας το le Haut με το όνομα του πιο διάσημου Grand Cru Montrachet. Η ονομασία του χωριού καλύπτει λίγο περισσότερο από το μισό του Chassagne-Montrachet. Για την παραγωγή του, πραγματοποιείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια. Στη συνέχεια το κρασί ωριμάζει επίσης σε δρύινα βαρέλια, κατασκευής του Louis Latour, το 50% των οποίων είναι καινούργια. Διαθέτει λαμπερό ανοιχτό χρυσό χρώμα. Η μύτη του αποκαλύπτει νότες αμυγδαλόπαστας και μελιού, ενώ το πλούσιο και στρογγυλό του στόμα του, εκφράζει αρώματα εξωτικών φρούτων. Στο σύνολό του υποστηρίζεται από μια όμορφη μεταλλικότητα που διαρκεί μέχρι την επίγευση.

Ο αμπελώνας Premier Cru «Les Chenevottes» βρίσκεται ελαφρώς ψηλότερα στην πλαγιά, σε σύγκριση με το απαράμιλλο λευκό Grand Cru Montrachet. Αυτοί οι δύο αμπελώνες έχουν πολλά κοινά στοιχεία, μοιράζονται παρόμοια σύσταση εδάφους, έκθεση στον ήλιο, προσανατολισμό και γεύση. Τα κρασιά «Les Chenevottes» αποτελούν ένα εξαιρετικό παράδειγμα του τι είναι ικανό να παράγει αυτό το αμπελοτόπι, και των αμείλικτα υψηλών προτύπων επιλογής και οινοποίησης που εφαρμόζει το Maison Louis Latour. Το «Les Chenevottes» προέρχεται από τη λέξη «cheneve» που σημαίνει κάνναβη στα παλιά γαλλικά και υποδηλώνει ότι αυτός ο αμπελώνας ήταν κάποτε ένα παλιό χωράφι με κάνναβη. Το κρασί αυτό, ζυμώενει σε δρύινα βαρέλια και στη συνέχεια ωριμάζει σε αυτά για 8-10 μήνες, το 50% των οποίων είναι καινούργια. Χαρακτηρίζεται από λαμπερό, απαλό κίτρινο χρώμα. Εκφραστικό στν μύτη, με ωραίο ανθκό προφίλ, όπου πρωταγωνιστεί η ακακία και νότες μελιού να έρχονται στο υπόστρωμα. Πλούσιο και στρογγυλό στο στόμα, με τα αρώματα της μύτης να ακολουθούν και να νύξεις ανανά να τα συμπληρώνουν. Φινετσάτο αλλά και έντο σύνολο που σαγηνεύει, μέχρι την μακριά του επίγευση.

Το Chassagne-Montrachet βρίσκεται νότια του Puligny-Montrachet στην Côte de Beaune και είναι μία από τις μεγαλύτερες ονομασίες λευκών κρασιών της Βουργουνδίας. Όπως υποδηλώνει και το όνομά του, αυτό το μικρό αγροτεμάχιο μόλις 0,5 εκταρίου,βρίσκεται ακριβώς στην κορυφή της πλαγιάς του βουνού Montagne de Chassagne, σε υψόμετρο 310 μέτρων. Είναι ένας καλά κρυμμένος θησαυρός, περιτριγυρισμένος από βλάστηση και προσβάσιμος μόνο από ένα μικρό χωματόδρομο. Για την παραγωγή του κρασιού πραγματοποιείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια, τα οποία κατασκευάζονται στο ίδιο το Maison Louis Latour. Στη συνέχεια ακολουθεί ωριμάσει για 8-10 μήνες σε δρύινα βαρέλια επίσης, το 50% των οποίων είναι καινούργια. Ένα κρασί με εξαιρετικό χαρακτήρα, εκφραστικό αλλά και φινετσάτο. Λαμπερό στην όψη, με ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Η μύτη αναδύει ένα έντονο αρωματικό προφίλ, από νότες βανίλιας, καρύδας και μελιού. Το στόμα είναι γεμάτο και στρογγυλό, με μια πινελιά από μέλι ακακίας και φρέσκο αμύγδαλο. Μακριά, ευχάριστη επίγευση.

Το Chassagne-Montrachet βρίσκεται νότια του Puligny-Montrachet στην Côte de Beaune και είναι μία από τις μεγαλύτερες ονομασίες λευκών κρασιών της Βουργουνδίας. Το «Cailleret» θεωρείται ευρέως, ένας από τους καλύτερους αμπελώνες Premier Cru του Chassagne-Montrachet. Επωφελείται από τη βραχώδη, πετρώδη τοποθεσία του στην πλαγιά του λόφου και την εξαιρετική έκθεση στον ήλιο, η οποία επιτρέπει στα σταφύλια του να αποκτήσουν τέλεια ωριμότητα. Το όνομα «Cailleret» προέρχεται από τη λέξη «caille» που σημαίνει πέτρες. Για την παραγωγή του κρασιού πραγματοποιείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια, τα οποία κατασκευάζονται στο ίδιο το Maison Louis Latour. Στη συνέχεια ακολουθεί ωριμάσει για 8-10 μήνες σε δρύινα βαρέλια επίσης, το 50% των οποίων είναι καινούργια. Το αποτέλεσμα είναι ένα εξαιρετικά φινετσάτο κρασί, με απαλό κίτρινο χρώμα. Εκφραστικό αρωματικό προφίλ, αναδύει νότες βανίλιας, αμυγδαλόπαστας και καβουρδισμένου φουντουκιού. Στο στόμα πλούσιο και φρέσκο, με τα αρώματα της μύτης να ακολουθούν και νύξεις ρητίνης να τα συμπληρώνουν. Κομψή ορυκτή επίγευση.

Μετά τις καταστροφές από την επιδημία της φυλλοξήρας στα τέλη του 19ου αιώνα, η οικογένεια Latour πήρε την ασυνήθιστη τότε απόφαση να ξεριζώσει τα νεκρά αμπέλια Aligoté και Pinot Noir και να τα αντικαταστήσει με Chardonnay. Αυτή η απόφαση τους οδήγησε στη δημιουργία ενός από τα πιο διάσημα λευκά κρασιά της Βουργουνδίας.
Σήμερα, η οικογένεια Latour κατέχει 10,5 εκτάρια αμπελώνων, γεγονός που την καθιστά τον μεγαλύτερο ιδιοκτήτη στην ονομασία. Οι αμπελώνες του στο Corton-Charlemagne, βρίσκονται σε ένα προνομιακό τμήμα της πλαγιάς του Corton, όπου η νοτιοανατολική όψη εξασφαλίζει τη μέγιστη έκθεση στον ήλιο. Ο καρπός συγκομίζεται όσο το δυνατόν πιο αργά για να εξασφαλιστεί η μέγιστη ωριμότητα. Για την παραγωγή του πραγματοποείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια. Ακολουθεί ωρίμαση σε καινούργια δρύινα βαρέλια, κατασκευής του Louis Latour. Εξαιρετικό σύνολο, με λαμπερό ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Έντονο και σύνθετο στην μύτη, αναδύει νότες φρυγανισμένων αμυγδάλων και νύξεις βανίλιας. Στο στόμα είναι γεμάτο και γενναιόδωρο, με νότες από φρέσκα αμύγδαλα και φρυγανισμένο καφέ. Ντελικάτο, με ωραία μακριά επίγευση, που χαρίζει μια ορυκτή αίσθηση στον ουρανίσκο. Αν και είναι εξαιρετικά ελκυστικό στην νεότητά του, αυτό το κρασί αξίζει μερικά χρόνια στην κάβα για να φτάσει στην κορύφωσή του.

Το Chevalier-Montrachet βρίσκεται ψηλότερα στην ίδια πλαγιά με την ονομασία Montrachet. Το 1913 το Domaine Louis Latour αγόρασε αυτόν τον αμπελώνα 0,51 εκταρίων από τη χήρα του Léonce Bocquet, ο οποίος ξεκίνησε την ανακαίνιση ενός τμήματος του Château Clos Vougeot. Αυτός ο αμπελώνας φέρει το όνομα «Les Demoiselles» ως φόρο τιμής στις κόρες ενός στρατηγού της Beaune των αρχών του 19ου αιώνα, Adèle και Julie Voillot, οι οποίες ήταν οι ιδιοκτήτριες του αμπελώνα. Για την παραγωγή του ραγματοποιείται αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση σε δρύινα βαρέλια. Στη συνέχεια το κρασί παραμένει σε καινούργια δρύινα βαρέλια, ώστε να αποκτήσει τον εκφραστικό του χαρακτήρα. Στην όψη λαμπερ, με ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Σύνθετο στην μύτη, με νότες βανίλιας, αγιόκληματος και βερίκοκου να συνθέτουν το αρωματικό του προφίλ.. Το στόμα είναι γεμάτο και γενναιόδωρο, με τα αρώματα της μύτης να ακολοθούν και ίχνη από μέλι ακακίας να έρχεται στο υπόστρωμα. Η επίγευση είναι κομψή, με μια ορυκτή αίσθηση που εντυπωσιάζει.

Ο αμπελώνας Grand Cru του Bâtard-Montrachet βρίσκεται ανάμεσα στα γραφικά χωριά Puligny-Montrachet και Chassagne-Montrachet, όπου παράγονται τα μεγαλύτερα λευκά κρασιά του κόσμου. Η ήπια κλίση του αμπελώνα προς τα ανατολικά και το βαθύ, πλούσιο, χαλικώδες έδαφος, με ασβεστολιθική βάση, τον κάνουν παγκοσμίως γνωστό για την παραγωγή υψηλής ποιότητας Chardonnay. Το «Clos Poirier», που βρίσκεται ακριβώς κάτω από το Montrachet, είναι ένα ενιαίο αγροτεμάχιο 0,85 εκταρίων, εύκολα αναγνωρίσιμο, καθώς διαθέτει τα μόνα αμπέλια με προσανατολισμό βορρά-νότο στη συγκεκριμένη τοποθεσία. Η αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση πραγματοποιούνται σε δρύινα βαρέλια. Το κρασί στη συνέχεια παραμένει για άλλους 8-10 μήνες σε καίνουργια δρύινα βαρέλια, ώστε να αποκτήσει τον μοναδικό του χαρακτήρα. Λαμπερό στην όψη, με χρυσοκίτρινο χρώμα. Διαθέτει έντονη μύτη, με νότες καβουρδισμένου φουντουκιού, βανίλιας και καρύδας να συνθέτουν το προφίλ της. Στο στόμα στρογγυλό, γεμάτο και φρέσκο, με τα αρώματα της μύτης να συμπληρώνονται από νύξεις ροδάκινου και βανίλιας. Μακριά επίγευση με μια ορυκτή αίσθηση και ίχνη φρέσκου αμυγδάλου να κυριαρχούν.

Το Montrachet Grand Cru είναι αμπελώνας μόλις 8 εκταρίων, μεταξύ του Puligny-Montrachet και του Chassagne-Montrachet. Το terroir του Montrachet αποτελεί αξιοσημείωτη εξαίρεση, επειδή τα καφετιά εδάφη του, που συνήθως προορίζονται για το Pinot Noir, μεταμορφώνουν το Chardonnay σε ένα από τα σπουδαιότερα λευκά κρασιά στον κόσμο. Σε αυτό συντελεί και η ανατολική έκθεση στον ήλιο, παράγοντας σπουδαίος για την επίτευξη της βέλτιστης ωρίμανσης. Τα σταφύλια προέρχονται από ένα αγροτεμάχιο έκτασης 0,80 εκταρίων, το οποίο εκτείνεται από την κορυφή έως το κάτω μέρος της πλαγιάς στο κεντρικό τμήμα του Montrachet, που βρίσκεται στην πλευρά Puligny-Montrachet. Για την παραγωγή του πραγματοποιείται αλκοολική και στη συνέχεια μηλογαλακτιή ζύμωση σε δρύινα βαρέλια. Το κρασί παραμένει για 10-12 μήνες σε καινούργια δρύινα βαρέλια, που κατασευάζονται στον Οίκο Latour. Λαμπερό στην όψη, με ανοιχτό χρυσαφένιο χρώμα που μαγνητίζει. Αυτό το Grand Cru έχει μια έντονη, εκφραστική μύτη που αναδύει νότες από ανανά, φρέσκο αμύγδαλο, βανίλια και γιασεμιού. Ένα πολύ καλά δομημένο και ισορροπημένο κρασί με γεμάτο, σαγηνευτικό στόμα και αρώματα αμυγδάλου και βανίλιας. Έχει εξαιρετική διάρκεια και μια άισθηση αλμύρας στο τελείωμα που το απογειώνει.

O αμπελώνας Valmoissine βρίσκεται στη θέση του αρχαίου ομόνυμου μοναστηριού, σε υψόμετρο 500 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αυτό εγγυάται ηλιοφάνεια κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ παραμένει δροσερό τη νύχτα και περιορίζει την πιθανότητα ανοιξιάτικων παγετώνων. Η νότια έκθεση του αμπελώνα δίνει στα σταφύλια τέλεια ωριμότητα την ίδια στιγμή με τα Grands Crus του Corton. Η απόδοση είναι μικρή, ώστε να εξασφαλίζεται η τέλεια ωρίμανση και συγκέντρωση των σταφυλιών, παράγοντες που δημιουργούν τα καλύτερα ποιοτικά κρασιά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα κομψό κρασί με αξιοσημείωτη φινέτσα. Η αλκοολική ζύμωση πραγματοποιείται σε ανοξείδωτες δεξαμενές και στη συνέχεια το κρασί παραμένει στις δεξαμενές για 10-12 μήνες. Χαρακτηρίζεται από βαθύ πορφυρό χρώμα, ενώ στην μύτη αποκαλύπτει νότες από κεράσι, φραγκοστάφυλο, μοσχοκάρυδο και γήινες νύξεις στο υπόστρωμα. Γεμάτο σώμα και στρογγυλό, με ευδιάκριτες καλά ενσωματωμένες τανίνες. Αρώματα φραγκοστάφυλου, βατόμουρου και μπαχαρικών κυριρχούν και παραμένουν μέχρι τη φρέσκια, επίμονη επίγευση.

Αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορίας, η Βουργουνδία και τα κρασιά της είναι γνωστά σε όλο τον κόσμο και προέρχονται από τη γηγενή ποικιλία σταφυλιών Pinot Noir. Το Bourgogne Pinot Noir είναι η περιφερειακή ονομασία της οποίας τα κρασιά μπορούν να προέρχονται από οποιοδήποτε μέρος της Βουργουνδίας. Αυτό το κρασί παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά των μεγάλων ερυθρών κρασιών της Βουργουνδίας. Έχει ζυμώσει και ωριμάσει σε ανοξειδώτες δεξαμενές, για αυτό και διαθλετει έναν απολαυτσικό φρέσκο χαρακτήρα. Σκούρο ρουμπινί στην όψη, με μια διακριτική μύτη να ακολουθεί. Αρώματα κόκκινων φρούτων και μπαχαρικών πλημμυρίζουν την μύτη και ακολουθούν και στο στόμα, με νύξεις γλυκόριζας και φραγκοστάφυλου να τα συμπληρώνουν. Στρογγυλό, φρέσκο και με καλή ισορροπία στο στόμα.

Η ονομασία προέλευσης Bourgogne, που κατοχυρώθηκε επίσημα το 1961, περιλαμβάνει 12 κοινότητες της περιφέρειας Hautes-Côtes, καθώς και τα ανώτερα τμήματα 10 κοινοτήτων που βρίσκονται στην Côtes de Beaune. Το Haute- Côtes de Beaune από τον Louis Latour έχει ζυμώσει σε ανοξείδωτες δεξαμενές και στη συνέχεια ένα μέρος ωριμάζει σε δεξαμενές και το άλλο σε δρύινα βαρέλια. Λαμπερό, με ρουμπινί χρώμα. Στην μύτη αποκαλύπτει αρώματα μόκας και φραγκοστάφυλου, σε συνδυαμό με γήινες νύξεις. Το φρέσκο και λεπτό του στόμα πλημμυρίζει τον ουρανίσκο με τα αρώματα της μύτης που διαρκούν μέχρι την επίγευση.

Η ονομασία Côte de Beaune-Villages αφορά αποκλειστικά σε ερυθρούς οίνους, από 16 κοινότητες της Côte de Beaune, συμπεριλαμβανομένων των Saint-Aubin, Pernand-Vergelesses και Auxey-Duresses. Το Maison Louis Latour επιλέγει προσεκτικά τα σταφύλια που είναι πιο αντιπροσωπευτικά της ονομασίας για την παραγωγή αυτού του κρασιού. Η αλκοολική ζύμωση πραγματοποείται σε ανοξείδωτες δεξαμενές και στη συνέχεια ένα μέρος του κρασιού παραμένει για 10-12 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές και το άλλο σε δρύινα βαρέλια. Ελκυστικό στην όψη, λαμπερό με ρουμπινί χρώμα. Η μύτη εεκφραστική με αρώματα φράουλας να πρωταγωνιστούν, με γήινες και βοτανικές νύξεις να ακολουθούν. Στο στόμα στρογγυλό με μαλακές τανίνες,, όπου τα αρώματα της μύτης συνυπάρχουν με νότες γλυκόριζας.

Η ονομασία προέλευσης της Côte de Nuits-Villages περιλαμβάνει τα χωριά Premeaux-Prissey, Comblanchien και Corgoloin ακριβώς νότια του Nuits-Saint-Georges. Οι αμπελώνες επωφελούνται από τις ανατολικές πλαγιές των λόφων, οι οποίες λειτουργούν ως παγίδα του ήλιου για τη μέγιστη ωρίμανση των σταφυλιών. Η σύνθετη εδαφική σύνθεση αυτών των χωριών, που περιλαμβάνει ποικίλες αναλογίες αργίλων, μάργας και σχιστόλιθου συμβάλλον επίσης στην παραγωγή κρασιών με μεγάλο χαρακτήρα και γοητεία. Το Côte de Nuits-Villages του Maison Louis Latour είναι μια εξαιρετική εισαγωγή στα κρασιά της Côte de Nuits. Το κρασί αφού ζυμώσει σε ανοξείδωτες δεξαμενές και παραμείνει για10-12 μήνες σε δεξαμενές και δρύινα βαρέλια, αποκτά έναν υπέροχο χαρακτήρα. Λαμπερό στην όψη, με έντονο ρουμπινί χρώμα. Η μύτη προσφέρει άφθονη φρεσκάδα και φρούτα, με κυρίαρχο το κεράσι. Στο στόμα, είναι στρογγυλό και νόστιμο, με μεταξένιες τανίνες και επίγευση που διαρεκί με το βύσσινο να πρωταγωνιστεί.